Ήταν γύρω στις εφτά το βράδυ της περασμένης Κυριακής, 15 του Γενάρη. Κουκουλωμένος γερά απέναντι στη παγωνιά, σουλατσάριζα από πηγαδάκι σε πηγαδάκι μπροστά στη Βουλή, αυτά που είχαν σχηματιστεί μπροστά σε διάφορους απ' τους ΜΑΤατζήδες που είχαν παραταχθεί εκεί για να βγάλουν πάλι το "τίμιο" ψωμί τους και να θρέψουν την οικογένειά τους. Ως συνήθως, ο Λουκάνικος ήταν εκεί, ήρεμα ξαπλωμένος στη πρώτη γραμμή, προφανώς κάνοντας σκυλίσιες σκέψεις και απολαμβάνοντας τη φήμη και δημοσιότητά του, με τη μουσούδα του σχεδόν σ' επαφή με τη μπότα ενός οργάνου -πώς λέμε μπαγλαμά ή μπουζούκι;- της (ολιγαρχικής) τάξης.
Προσπαθούσα να καταγράψω και να κατηγοριοποιήσω στο μυαλό μου τις διάφορες αντιδράσεις των ΜΑΤατζήδων απέναντι στις φραστικές επιθέσεις, παροτρύνσεις, νουθεσίες και λοιπές συνήθεις εκφράσεις αγανάκτησης που ανέβλυζαν αυθόρμητα απ' τα ξυλιασμένα χείλη των πολιτών/"εργοδοτών" τους. Μ' αρέσει να κοιτάζω πρόσωπα και να καταγράφω στη μνήμη μου εκφράσεις και συναισθήματα, έτσι όπως τα προβάλλουν τα μάτια. Ορισμένες από δαύτες τις μνήμες τίς κουβαλώ μέσα μου για πάντα, και, ανάλογα στα κέφια μου, τις ανασύρω κατά βούληση και τις γλεντάω όπως απολαμβάνει κάποιος μια χιλιοϊδωμένη απολαυστική πορνοταινία.
Τέλος πάντων, το βλέμμα μου μαγνητίστηκε ξαφνικά από τη μορφή ενός συγκεκριμμένου ΜΑΤατζή. Ψηλός ήταν (πολύ πιο πάνω απ' το μέσο όρο), εύσωμος -φαρδύς, σωματαράς που λέμε- αλλά μ' ένα πρόσωπο τελείως στρουμπουλό, καλοζωισμένο, παιδικό -σχεδόν μπεμπέ- που αμέσως το φαντάστηκα γερμένο πάνω στο βυζί της μάνας του να ρουφάει ηδονικά το γάλα του. Τον κοίταζα καδραρισμένο απ' την πλάτη ενός ασπρομάλλη που τού φώναζε και από μια λευκή ντουντούκα. Οι ώμοι του ήταν ελαφρά γερμένοι προς τα εμπρός, δείχνοντας τί άραγε - κούραση, απελπισία, απόγνωση, φόβο; Οι παιδικές, πυκνές -σχεδόν γυναικείες- βλεφαρίδες του, που έδειχναν ίσια κάτω προς τις βρώμικες πλάκες του Άγνωστου Στρατιώτη, άρχισαν ν' ανασηκώνονται σε μια βασανιστικά αργή και σταθερή τροχιά προς τον ουρανό, την στιγμή ακριβώς που άστραψε το φλας της κάμερας του κινητού μου. Κοκκάλωσα μετά -κυριολεκτικά απολιθώθηκα- όταν άρχισαν ν' αποκαλύπτονται μαύρες ημισέληνοι -καμπύλες σαν αυτές που βάφουν στα μάτια τους οι κομάντος τύπου Ράμπο- τέλεια και απόλυτα συμμετρικά σχηματισμένες στα κάτω βλέφαρα. Η παιδική όψη εξαφανίστηκε σταδιακά, καθώς τα πάνω βλέφαρα ολοκλήρωναν την ανοδική τροχιά τους, σε συνδυασμό με τους ώμους που ανασηκώνονταν απόλυτα συγχρονισμένα και απειλητικά. Ανατριχιάζοντας, ατένιζα ένα βλέμμα απολύτως άδειο, μη ανθρώπινο - μού δημιουργήθηκε αυτόματα η αίσθηση ότι το "παιδί" ήταν μαστουρωμένο! Έμεινα εκεί παρακολουθώντας άλλες δύο πανομοιότυπες τροχιές των βλεφάρων του, γύρισα την πλάτη μου κ' απομακρύνθηκα τρομαγμένος.
Ποιος είναι αυτός ο "άνθρωπος"; Ποιος από σας τον γνωρίζει; Θάθελα να το μάθαινα, για να μπορέσω να γράψω ένα γράμμα στη μάνα του, στο πατέρα του, στην αδελφή του, στη γυναίκα του - να τους πω πόσο θλιβερός, αηδιαστικός, ανεπιθύμητος και (μακροπρόθεσμα) προγραμμένος, ως επίορκος, είναι (καθώς και ολόκληρη η οικογένειά του) μέσα σ' αυτήν την κοινωνία που τώρα αυτός (επί προσωπικού μιλάμε πλέον) τρομοκρατεί και απειλεί έναντι πινακίου φακής. Ίσως μπορείτε να το κάνετε και μερικοί από σας που είστε γείτονές του, που ψωνίζετε στο ίδιο μπακάλικο μαζί του, που στέλνετε το παιδί σας στο ίδιο σχολείο με το παιδί του, αν έχει.
"Ουδείς μπορεί να σκαρφαλώσει στην πλάτη σου, εκτός αν εσύ σκύψεις." [Μάρτιν Λούθερ Κινγκ]
* Δια Βίου ΜΑΤηση (μέρος 1ο) - κλικ εδώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου